Ενδοδοντική θεραπεία (Απονευρώσεις)
Διατήρηση των δοντιών στον φραγμό
Η Ενδοδοντία είναι ο τομέας της Οδοντιατρικής ο οποίος ασχολείται με τη διάγνωση και τη θεραπεία των βλαβών του πολφού αλλά και των πολφικής αιτιολογίας βλαβών των περιοδοντικών και περιακρορριζικών ιστών. Τι προκαλεί όμως αυτές τις ενδοδοντικές βλάβες;
Οι αιτιολογικοί παράγοντες των ενδοδοντικών βλαβών είναι κυρίως :
Πώς πραγματοποιείται η ενδοδοντική θεραπεία;
Κατά την ενδοδοντική θεραπεία :
Οι αιτιολογικοί παράγοντες των ενδοδοντικών βλαβών είναι κυρίως :
- οι τερηδονικές βλάβες που ξεκινούν από κάποιο σημείο στην μύλη ή στη ρίζα του δοντιού,
- τραυματογόνου φύσης (κατάγματα,ορθοδοντικές ανωμαλίες)
Πώς πραγματοποιείται η ενδοδοντική θεραπεία;
Κατά την ενδοδοντική θεραπεία :
- αφαιρείται ο πολφός του δοντιού, δηλαδή ο ιστός που βρίσκεται μέσα στο δόντι και του παρέχει ζωτικότητα και αισθητικότητα,
- γίνεται απολύμανση και αποστείρωση του ριζικού σωλήνα ή των ριζικών σωλήνων που αποτελούν τη συνέχεια του μυλικού θαλάμου και περιέχουν τα νεύρα και τα αγγεία του δοντιού και,
- ακολουθεί η ερμητική έμφραξη του ριζικού σωλήνα. Το εμφρακτικό υλικό θα πρέπει να φτάνει μέχρι το ακρορρίζιο, το τμήμα δηλαδή του δοντιού από το οποίο εισέρχονται σε αυτό τα αγγεία και τα νεύρα.
Ποιά διαδικασία πρέπει να ακολουθηθεί μετά τη θεραπεία;
Μετά την τελική έμφραξη των ριζικών σωλήνων ακολουθεί η ανασύσταση του δοντιού και η τοποθέτηση της προσθετικής αποκατάστασης, συνήθως στεφάνης. Η κάλυψη του ενδοδοντικώς θεραπευμένου δοντιού με στεφάνη είναι απαραίτητη, προκειμένου αυτό να διατηρηθεί στο φραγμό και να υπόκειται στις ισχυρές πιέσεις και δυνάμεις που ασκούνται κατά τη λειτουργία του στοματογναθικού συστήματος, δεδομένου ότι τα ενδοδοντικά θεραπευμένα δόντια μακροπρόθεσμα παρουσιάζουν μεγαλύτερη ευαισθησία στα κατάγματα σε σύγκριση με τα ζωντανά δόντια.
Πώς αντιμετωπίζονται οι επιπλοκές της ενδοδοντικής θεραπείας;
Ενα δόντι που έχει υποστεί ενδοδοντική θεραπεία μπορεί να παραμείνει στο φραγμό για όλη τη ζωή, αρκεί να παρακολουθείται τακτικά από τον οδοντίατρο.
Σε περίπτωση που το θεραπευμένο δόντι παρουσιάσει συμπτώματα τα οποία συντρέχουν με την παρουσία κλινικών ή και ακτινογραφικών ενδείξεων, τότε υπάρχουν 3 πιθανές θεραπείες, οι οποίες από την ηπιότερη προς την βαρύτερη για τον ασθενή είναι:
α) η επανάληψη της ενδοδοντικής θεραπείας,
β) η χειρουργική αφαίρεση του ακρορριζίου του δοντιού ή ακρορριζεκτομή και
γ) η εξαγωγή του δοντιού, η οποία αποτελεί την πιο ανεπιθύμητη αλλά και πιο σπάνια λύση του προβλήματος.
Γενικότερα όμως, οι επιπλοκές μετά από την ενδοδοντική θεραπεία είναι σπάνιες και συνήθως αντιμετωπίζονται όσο το δυνατόν συντηρητικότερα, με άριστα αποτελέσματα.
Μετά την τελική έμφραξη των ριζικών σωλήνων ακολουθεί η ανασύσταση του δοντιού και η τοποθέτηση της προσθετικής αποκατάστασης, συνήθως στεφάνης. Η κάλυψη του ενδοδοντικώς θεραπευμένου δοντιού με στεφάνη είναι απαραίτητη, προκειμένου αυτό να διατηρηθεί στο φραγμό και να υπόκειται στις ισχυρές πιέσεις και δυνάμεις που ασκούνται κατά τη λειτουργία του στοματογναθικού συστήματος, δεδομένου ότι τα ενδοδοντικά θεραπευμένα δόντια μακροπρόθεσμα παρουσιάζουν μεγαλύτερη ευαισθησία στα κατάγματα σε σύγκριση με τα ζωντανά δόντια.
Πώς αντιμετωπίζονται οι επιπλοκές της ενδοδοντικής θεραπείας;
Ενα δόντι που έχει υποστεί ενδοδοντική θεραπεία μπορεί να παραμείνει στο φραγμό για όλη τη ζωή, αρκεί να παρακολουθείται τακτικά από τον οδοντίατρο.
Σε περίπτωση που το θεραπευμένο δόντι παρουσιάσει συμπτώματα τα οποία συντρέχουν με την παρουσία κλινικών ή και ακτινογραφικών ενδείξεων, τότε υπάρχουν 3 πιθανές θεραπείες, οι οποίες από την ηπιότερη προς την βαρύτερη για τον ασθενή είναι:
α) η επανάληψη της ενδοδοντικής θεραπείας,
β) η χειρουργική αφαίρεση του ακρορριζίου του δοντιού ή ακρορριζεκτομή και
γ) η εξαγωγή του δοντιού, η οποία αποτελεί την πιο ανεπιθύμητη αλλά και πιο σπάνια λύση του προβλήματος.
Γενικότερα όμως, οι επιπλοκές μετά από την ενδοδοντική θεραπεία είναι σπάνιες και συνήθως αντιμετωπίζονται όσο το δυνατόν συντηρητικότερα, με άριστα αποτελέσματα.
Στο ιατρείο μας
οι ενδοδοντικές θεραπείες (απονευρώσεις) γίνονται με χρήση εντοπιστή ακρορριζίου και με τα πλεον σύγχρονα μηχανοκίνητα εργαλεία. Ο εντοπιστής ακρορριζίου είναι μια συσκευή που προσδιορίζει με ακρίβεια το μήκος της ρίζας του δοντιού με συνέπεια να αποφεύγονται οι πολλές ακτινογραφίες να έχουμε σημαντικά μικρότερη έκθεση στην ακτινοβολία. Τα μηχανοκίνητα εργαλεία μειώνουν κατά πολύ το χρόνο εργασίας και τον ερεθισμό των περιακρορριζικών ιστών που οδηγεί στον πόνο μετά τη θεραπεία. Επιπλέον, έχει βρεθεί οτί τα μηχανοκίνητα εργαλεία είναι ασφαλέστερα και αποτελεσματικότερα. |